"Φωτογραφικό Ταξίδι"

Ελληνική Λέσχη Φωτογραφίας

Φίλοι μου,
στην συζήτηση αυτήν,θα σας παρακαλούσα να τοποθετούμε Φωτογραφίες από τα Άγρια Πουλιά πού συναντάμε σε λίμνες και ποτάμια και να κάνουμε και μία σύντομη περιγραφή αυτών.
Έτσι θα δημιουργήσουμε,μία πολύ όμορφη βιβλιοθήκη με την φωτοθήκη της,η οποία θα είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για όλα τα μέλη μας και τούς επισκέπτες μας.

Προβολές: 7410

Απαντήσεις σε αυτή τη συζήτηση


ΚΡΥΠΤΟΤΣΙΚΝΙΑΣ ( Ardeola ralloides)

Ο Κρυπτοτσικνιάς (Ardeola ralloides) είναι ένας μικρόσωμος ερωδιός αρκετά κοινός αν και δύσκολο να παρατηρηθεί. Ανοίκει στην τάξη των Πελαργόμορφων (Ciconiiformes), στην οικογένεια των Ερωδιίδων (Ardeidae) και το Γένος Ardeola. Είναι μεταναστευτικό είδος, στις περιοχές φωλιάσματος φτάνει τον Μάρτιο και αναχωρεί γύρω στον Σεπτέμβριο.
Είναι ένας μικρόσωμος ερωδιός με μήκος 44-47 εκ, άνοιγμα φτερών 80-92 εκ και βάρος 250-370 γρ. Δεν υπάρχει διμορφισμός μεταξύ των δύο φύλων ούτε όσον αφορά το μέγεθος ούτε και τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά. Έχει κοντό λαιμό και πόδια σε σύγκριση με τους υπόλοιπους ερωδιούς. Ο χρωματισμός των ενήλικων είναι εντυπωσιακός, το κεφάλι, ο λαιμός και το πάνω μέρος της πλάτης είναι ανοιχτό κιτρινοκόκκινο καφέ, το ίδιο χρώμα έχουν και τα καλυπτήρια των φτερών. Το κάτω μέρος της πλάτης, η κοιλιά, τα φτερά και η ουρά είναι λευκά. To ράμφος είναι κίτρινο με την άκρη μαύρη ενώ και τα πόδια είναι κίτρινα. Κατά την περίοδο της αναπαραγωγής αποκτά ένα έντονο ξανθοκόκκινο χρώμα ενώ τα λευκά μέρη του δέν αλλάζουν χρώμα, το ράμφος γίνεται γαλάζιο, με την άκρη πάντα μαύρη, και τα πόδια παίρνουν ροζ απόχρωση. Το κεφάλι του στολίζεται με μακριά φτερά κοκκινοπού και μαύρου χρώματος που φτάνουν μέχρι τους ώμους του. Τα νεαρά μοιάζουν με τα ενήλικα κατά την μή αναπαραγωγική περίοδο

Βιολογία
Ο Κρυπτοτσικνιάς (Ardeola ralloides) είναι ένας μοναχικός ερωδιός αν και δέν είναι σπάνιο να τον δούμε σε μικρές ομάδες και είναι συνηθισμένο να βρίσκεται παρέα με άλλα είδη της οικογένειας. Δέν είναι θορυβόδες πουλί και η φωνή του ακούγεται μόνο κατά την περίοδο της αναπαραγωγής. Κατά την διάρκεια της ημέρας παραμένει στην βλάστηση και βγαίνει αργά το απόγευμα τις ώρες κοντά στη δύση για να κυνηγήσει. Τρέφεται με βατράχια, που είναι και η αγαπημένη του τροφή, έντομα και μικρά ψάρια, όλα μικρού μεγέθους. Κατα την περίοδο της αναπαραγωγής, που στην Ελλάδα είναι μεταξύ Μαΐου και Ιουλίου, δημιουργούνται τα ζεύγη που χτίζουν την φωλιά τους σε θάμνους και δέντρα συνήθως μαζί με άλλα είδη ερωδιών. Εκεί το θηλυκό γεννά 4-6 γαλαζοπράσινα αυγά, στην Αφρική περιορίζονται σε 2-3, οπού και τα κλωσσάει μαζί με το αρσενικό για 22-24 μέρες, στην Μαδαγασκάρη μόνο για 18. Όταν βγούν τα μικρά τα αναθρέφουν και οι δύο γονείς. Τα μικρά πετούν ύστερα από 40 ημέρες ενώ γίνονται ανεξάρτητα μετά απο 7 εβδομάδες περίπου.

Βιότοπος
Του αρέσουν οι περιοχές που έχουν γλυκά νερά με μικρό βάθος και πλούσια βλάστηση στις όχθες. Μπορούμε να το συναντήσουμε στις όχθες λιμνών, ποταμών, έλη, κανάλια, στα δέλτα των ποταμών, σε ρυζοχώραφα και υγρά λιβάδια

Πηγή προέλευσης στοιχείων: Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια


ΚΑΛΑΜΟΚΑΝΑΣ ( Himantopus himantopus)

Με το ασπρόµαυρο φτέρωµα, το µακρύ ράµφος και τα ψιλόλιγνα κόκκινα πόδια, µοιάζει περισσότερο µε ... µινιατούρα πελαργού! σ Καλαµοκανάς, µε λεπτά και εξαιρετικά µακριά για το µπόι του πόδια σαν καλάµια, όπως δηλώνει και το όνοµά του, απο­τελεί εύγλωττο παράδειγµα· προσαρµογής των παρυδάτιων πουλιών στη ζωή των ρηχών νερών.
Είναι τόσο χαρακτηριστικός που δεν πρόκειται να τον µπερδέψουµε µε κανένα άλλο πουλί. Το σώµα του έχει περίπου το µέγεθος του περιστεριού αλλά τα πόδια φτάνουν σε µήκος τα 20 ολόκληρα εκατοστά! Πραγµατικός κοσµοπολίτης, γνώριµη φιγούρα των βάλτων σε πολλές τροπικές και υποτροπικές κυρίως περιοχές του κόσµου. Οι βορειότεροι πληθυσµοί του Καλαµοκανά, που αναπαράγονται στη βόρεια Αµερική και την Ευρασία, είναι µεταναστευτικοί. Γι' αυτό και στην Ελλάδα εµφανίζεται από την άνοιξη µέχρι το τέλος του καλοκαιριού έως τις αρχές του φθινοπώρου, οπότε και αναχωρεί για την Αφρική, νότια της Σαχάρας. Ταξιδεύει κατευθείαν, πετώντας πάνω από τη θάλασσα. Εάν είµαστε τυχεροί, µπορούµε να δούµε ένα κοπάδι από τα ασυνήθιστα αυτά στην εµφάνιση πουλιά, καθώς προσπερνούν το πλοίο, φτερουγίζοντας ανάλαφρα µε τις µακριές και µυτερές φτερούγες τους Φωλιάζει συνήθως κατά αποικίες πολλών ζευγαριών σε υγροτόπους µε ρηχό, γλυκό ή υφάλµυρο νερό. Τότε είναι που µπορεί να δούµε τα πουλιά αυτά να γυροπετούν φωνάζοντας παραπονιάρικα ενώ δεν αποκλείεται να προχωρήσουν και σε προειδοποιητικές ... επιθέσεις, για να τα αφήσουµε στην ησυχία τους! σ τόπος αναπαρα­γωγής του κάνει τον Καλαµοκανά ιδιαίτερα ευάλωτο στην ανθρώπινη παρουσία και ενόχληση. Σε αυτά έρχεται να προστεθεί και το τσαλαπάτηµα των φωλιών από ζώα που βόσκουν. Στην Ελλάδα οι πληθυσµοί του, κυρίως λόγω της αποξήρανσης αρκετών υγροτόπων, εµφανίζουν τάσεις µείωσης.
Μια τυπική οικογένεια Καλαµοκανά αποτελείται από τους δύο γονείς και τέσσερα µικρά που, όταν γεννιούνται, τίποτε στα χαρακτηριστικά τους δεν προδίδει ότι θα ψηλώσουν τόσο και θα εξελιχθούν σε παράδοξα πλάσματα της φύσης!


ΛΕΥΚΟΤΣΙΚΝΙΑΣ (Egretta garzetta)

Είναι επιδημητικό πουλί για τη χώρα μας . Φωλιάζει κατά αποικίες σε παραποτάμια ή παραλίμνια δάση. Τρέφεται με ψάρια, βατράχια, έντομα, νερόφιδα, κ.λ.π.

Πως θα τον αναγνωρίσουμε: Είναι ένα πολύ όμορφο πουλί. Το χρώμα του είναι εκθαμβωτικά λευκό. Το ράμφος του είναι μακρύ, λεπτό και μαύρο. Τα πόδια του είναι μαύρα και τα δάκτυλα κίτρινα. Είναι πολύ μικρότερος από τον αργυροπελεκάνο (μήκος σώματος 5 εκ.). Στο κεφάλι έχει ένα μικρό λοφίο.

Πατήστε ΕΔΩ για να ακούσετε τόν ήχο της φωνής του


ΑΡΓΥΡΟΤΣΙΚΝΙΑΣ (Egretta alba)

Είναι ένα πολύ όμορφο μεταναστευτικό πουλί. Πετά με μεγαλοπρέπεια κτυπώντας αργά τις φτερούγες του. Μπορεί να μένει ακίνητος για πολύ ώρα μέσα στο νερό. Είναι είδος που απειλείται με εξαφάνιση. Τρέφεται με ψάρια, βατράχια, έντομα, νερόφιδα, κ.λ.π.

Πως θα τον αναγνωρίσουμε: Είναι ένα κομψότατο πουλί. Είναι κατάλευκος σε ολόκληρο το σώμα του. Το μήκος του φθάνει τα 90 εκ. Ο λαιμός του είναι πολύ μακρύς. Το ράμφος του το χειμώνα είναι κίτρινο και το καλοκαίρι αποκτά σκουρότερο χρώμα στην άκρη του. Τα πόδια του και τα δάκτυλά του είναι μαυροπράσινα.


ΜΑΥΡΟΠΕΛΑΡΓΟΣ (Ciconia nigra)

Ο Μαυροπελαργός (Ciconia nigra), είναι ένα σπάνιο πτηνό που κινδυνεύει με εξαφάνιση σύμφωνα με το "Κόκκινο Βιβλίο των Απειλούμενων Σπονδυλοζώων της Ελλάδας". Ανήκει στην τάξη των Πελαργόμορφων (Ciconiiformes) και στην οικογένεια των πελαργίδων (Ciconiidae). Είναι μεταναστευτικό είδος που ξεχειμωνιάζει στην νότια και νοτιοανατολική Αφρική. Έρχεται στους τόπους αναπαραγωγής στα μέσα Μαρτίου και φεύγει από το δεύτερο μισό του Αυγούστου μέχρι τα μέσα Σεπτεμβρίου.

Περιγραφή
Είναι ένα μεγάλου μεγέθους πουλί αφού φτάνει τα 96εκ ύψος, τα 2 μέτρα άνοιγμα φτερών και τα 3 κιλά βαρος. Διαφέρει από τον πελαργό (Ciconia ciconia), που είναι και λίγο μεγαλύτερος, λόγω του χρώματος του, το οποίο είναι μαύρο, με μεταλλικές ανταύγες πράσινες και μώβ, στο επάνω μέρος και λευκό στο κάτω. Το ράμφος και τα πόδια έχουν χρώμα κόκκινο του κοραλιού. Πετάει πάντα με το λαιμό τεντωμένο και τα πόδια απλωμένα

Βιολογία
Ο Μαυροπελαργός (Ciconia nigra) είναι ένα μοναχικό και ντροπαλό πουλί και δεν φωλιάζει σε αποικίες ούτε κοντά στον άνθρωπο όπως κάνει ο πελαργός (Ciconia ciconia). Σε αντίθεση προτιμάει τα δάση με μεγάλα δέντρα κυρίως κωνοφόρα όπου και χτίζει τη φωλιά του και δεν δέχεται την παρουσία άλλων ατόμων του είδους του σε μια περιοχή 100 τετραγωνικών χιλιομέτρων περίπου. Είναι μονογαμικό και μετά το ζευγάρωμα γεννά 2-6 αυγά ένα κάθε 2 ημέρες. Tρέφεται με φίδια, σαύρες, βατράχια, φρύνους, αρουραίους, ποντίκια, τυφλοπόντικες, έντομα και με αυγά και νεοσσούς άλλων πουλιών.
Φωλιάζει στα δάση αλλά τρέφεται κοντά στο νερό γι' αυτό προτιμά τα δάση που είναι κοντά σε λίμνες, έλη και ποτάμια.

Γεωγραφική εξάπλωση
Στην Ελλάδα το συναντάμε στην Θράκη, τη Μακεδονία, την Ήπειρο και την βόρειο Θεσσαλία σε δασικές περιοχές. Οι σημαντικότερες είναι το δάσος της Δαδιάς, τα στενά του Νέστου όπου φωλιάζουν τα μισά από τα περίπου 50 ζεύγη που φωλιάζουν στην Ελλάδα, ο Όλυμπος, η Χαλκιδική και η Πίνδος.


ΧΟΥΛΙΑΡΟΜΥΤΑ (Platalea leucorodia)

Η Χουλιαρομύτα (Platalea leucorodia), ανήκει στην τάξη των Πελαργόμορφων και στην οικογένεια των Θρησκειορνιθιδών (Threskiornithidae). Είναι ένα σπάνιο πτηνό που έρχεται στην Ευρώπη τους θερινούς μήνες ενώ τον χειμώνα μεταναστεύουν στην Αφρική.

Περιγραφή
Είναι ψηλά πουλιά που φτάνουν τα 86εκ. Έχουν λευκό χρώμα ενώ τα ενήλικα έχουν κιτρινωπό φτέρωμα στη βάση του λαιμού τους. Το ράμφος είναι μακρύ, σκούρο σταχτί ενώ η άκρη του είναι πλατιά σαν κουτάλι (χουλιάρη, εξού και το όνομα Χουλιαρομύτα) και κιτρινωπή. Τα πόδια του έχουν κι αυτά την σταχτί απόχρωση. Την περίοδο της αναπαραγωγής αποκτούν ένα λοφίο κιτρινωπού χρώματος.

Βιότοπος
Ζεί και φωλιάζει σε υγροβιότοπους με πλούσιους καλαμιώνες όπου και φωλιάζει σε αποικίες.

Γεωγραφική εξάπλωση
Είναι πολύ σπάνιο πτηνό σε όλη την Ευρώπη και στην Ελλάδα όπου τα τελευταία χρόνια έχει μειωθεί σημαντικά. Τα λίγα άτομα που έρχονται τα βρίσκουμε στους περισσότερους μεγάλους υγροβιότοπους που έχουν απομείνει στη χώρα. Στην υπόλοιπη Ευρώπη το βρίσκουμε κυρίως στις νότιες περιοχές.

Πηγή:Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια


ΧΑΛΚΟΚΟΤΑ (Plegadis falcinellus)

Η Χαλκόκοτα (Plegadis falcinellus), ανήκει στην τάξη των Πελαργόμορφων (Ciconiiformes) και στην οικογένεια των Θρησκειορνιθιδών (Threskiornithidae) και θεωρείται προστατευόμενο είδος που κινδυνεύει με εξαφάνιση. Είναι μεταναστευτικό είδος που ξεχειμωνιάζει νότια της Σαχάρας και επιστρέφει στην Ευρώπη στα μέσα του Απρίλη. Σχηματίζει μικρές αποικίες φωλιάζοντας σε πυκνούς καλαμιώνες ή συστάδες δέντρων. Γεννά 3 με 6 αυγά που τα επωάζει κυρίως το θηλυκό για 21 περίπου ημέρες. Τρέφεται κυρίως με υδρόβια έντομα, βδέλλες, σκουλήκια, μικρά καρκινοειδή και σπάνια με μικρά ψάρια και αμφίβια.

Περιγραφή
Έχει σκούρο καστανοκόκκινο φτέρωμα που απο μακριά μοιάζει με μαύρο. Την αναπαραγωγική περίοδο αποκτά κυανοπορφυρές μεταλλικές ανταύγειες στα καλυπτήρια των φτερούγων της. Διαθέτει μακρύ ράμφος κυρτό προς τα κάτω. Πετάει πάντα με το λαιμό τεντωμένο, τα πόδια απλωμένα και το μέγεθος της φτάνει τα 56 εκατοστά.

Βιότοπος
Φωλιάζει σε υγροβιότοπους γλυκού νερού με πυκνή υδροχαρή βλάστηση, καλαμιώνες μαζί με ερωδιούς.

Γεωγραφική εξάπλωση
Συνήθως στους υγρότοπους λίμνη Μικρή Πρέσπα, λίμνη Κερκίνη και στον Αμβρακικό κόλπο. Κατά την ανοιξιάτικη μετανάστευση μπορούμε να τη δούμε ακόμα και στον Αξιό.
Στην Ελλάδα το 1994 είχαν παρατηρηθεί 5–15 αναπαραγωγικά ζέυγη.


ΠΡΑΣΙΝΟΚΕΦΑΛΗ(Anas platyrhynchos)

Είναι η πιο τυπική πάπια, από την οποία κατάγεται και η κατοικίδια. Παίρνει το όνοµά της από την εµφάνιση του αρσενικού, το οποίο έχει γυαλιστερό πράσινο κεφάλι µε στενό, λευκό «κολάρο». Φωλιάζει σε πολλούς υγροτόπους της πατρίδας µας ενώ το χειµώνα κατα­φθάνουν κι άλλες από το Βορρά. Μήκους 58 εκατοστών, από τις µεγαλύτερες και τις πιο βαριές πάπιες σε όλη την Ευρώπη, απαντάται σε όλα τα νερά, το χειµώνα ακόµα και στην ακροθαλασσιά αλλά και σε ποταµόκολπους, λιµνοθάλασσες, λίµνες, ποτάµια και στις λιµνούλες των πάρκων. Εκτός από το χαρακτηριστικό χρώµα του κεφαλΙΟύ της, η αρσενική πάπια έχει πορφυροκάστανο στήθος, σκούρο σταχτί το πάνω µέρος και πιο ανοιχτόχρωµο το κάτω, ουρά λευκή µε µαύρα, κυρτά προς τα πίσω, τα µεσαία φτερά, κίτρινο ράµφος, πόδια πορτοκαλόχρωµα. Το θηλυκό είναι καστανόξανθο, πιτσι­λωτό. Στο φτέρωµα και των δύο φύλων ξεχωρίζει από απόσταση ο χαρακτηριστικός «καθρέπτης», στο πλάι της φτερούγας, δηλαδή ένα σηµείο µε φτερά ιριδίζοντος χρώ­µατος. Η Πρασινοκέφαλη πετάει µε γρήγορα φτεροκοπήµατα και τρέφεται µε υδρό­βια φυτά, έντοµα, Ψάρια, βατράχια και σκουλήκια. Όταν πλησιάζει η περίοδος της ανα­παραγωγής, το αρσενικό φλερτάρει το θηλυκό µε ένα σιγανό «ρεµπ» και «φιµπ» και η ... εκλεκτή της καρδιάς του απαντά µε ζωηρή φωνή. Φωλιάζει στο έδαφος, µέσα στα καλάµια, κοντά στο νερό. Γεννά 9-12 αβγά. Η επώαση διαρκεί 22-26 µέρες και τα µικρά µπορούν να πετάξουν αφού συµπληρώσουν 56 µέρες ζωής.

Γιά να ακούσετε την φωνή της πατήστεΕΔΩκαι πατήστε στό Listen το PLAY


ΝΕΡΟΚΟΤΑ ( Gallinula chloropus )

Από τα πιο τυπικά υδρό­βια, τη βρίσκουµε όπου υπάρχει νερό. 'Οι Νερόκοτες που απαντούν στην Ελλάδα είναι επιδηµητικές αλλά το χειµώνα καταφθάνουν κι άλλες από το Βορρά. Χοντρό, µαυριδερό πουλί, ζει στα τέλµατα, τους νερόλακκους και τα στάσιµα νερά,σε κανάλια, λίµνες και ποτάµια. Πλέει µε ευκινησία, κουνώντας νευρικά το κεφάλι και, εάν χρειαστεί, βουτάει για να αποφύγει τον κίνδυνο.
Μήκους 33 εκατοστών, η Νερόκοτα έχει µια ζωηρή αλλά ακανόνιστη λευκή γραµ­µή στα πλευρά που «σπάει» τη µονοτονία του µαύρου φτερώµατος της, άσπρα τα κάτω καλυπτήρια φτερά της ουράς, κόκκινο µέτωπο και κόκκινο ράµφος µε κίτρι­νη άκρη. Τα πράσινα πόδια της έχουν πάνω από την άρθρωση µια κόκκινη ... «καλτσοδέτα».'ΟΙ ανήλικες Νερόκοτες έχουν φτέρωµα σταχτοκάστανο µε ασπρου­δερή κοιλιά, ενώ το ράµφος και το µέτωπό τους είναι καστανοπράσινα.
Η Νερόκοτα προτιµάει το κολύµπι από το πέταγµα. Δύσκολα σηκώνεται από τα νερά του έλους όπου συχνάζει. Όταν αποφασίσει να πετάξει, διανύει αρκετή απόσταση φτερουγίζοντας, τρέχοντας σχεδόν πάνω στην επιφάνεια του νερού, προτού απογειωθεί! Η πτήση της, σε χαµηλό ύψος, δεν διαρκεί πολύ. Όσο για τη φωνή της, είναι ένα τραχύ και διαπεραστικό «ΚΙΡΡΚ». Η Νερόκοτα τρέφεται µε φυτά, έντοµα, αβγά ψαριών.
Φωλιάζει στις καλαµιές και τους θάµνους κοντά στο νερό, καµιά φορά και στα δέντρα ή και σε παλιές φωλιές άλλων πουλιών. Γεννάει άνοιξη και καλοκαίρι από 5-9 αβγά που κλωσσούν και οι δύο γονείς επί 21-22 ηµέρες. 'Οι νεοσσοί δέχονται τις περιποιήσεις του αρσενικού και του θηλυκού και κάνουν τα πρώτα τους πετάγµατα µετά από 40-50 µέρες ζωής. Συχνά τα παιδιά της πρώτης γέννας βοηθούν στην ανατροφή των µικρών τους αδερφών που γεννιούνται αργότερα.

Γιά να ακούσετε την φωνή της πατήστεΕΔΩκαι εν συνεχεία στό Listen το PLAY


ΚΟΡΜΟΡΑΝΟΣ (Phalacrocorax carbo)

Ο Κορμοράνος (Phalacrocorax carbo) είναι ένα διαδεδομένο θαλασσοπούλι. Συναντάται σε πολλά μέρη στην Ευρώπη, Ασία και Αφρική και στην Ανατολική Ακτή της Βόρειας Αμερικής.

Είναι μεγάλο μαύρο πουλί, που το μήκος του κυμαίνεται στα 77-94 εκατοστά και με άνοιγμα φτερών που μπορεί να φτάσει τα 121-149 εκατοστά. Έχει μακριά ουρά και λευκό πηγούνι, ενώ τα ενήλικα άτομα την περίοδο της αναπαραγωγής αποκτούν λευκές κηλίδες στους μηρούς και λευκό φτέρωμα στο κεφάλι. Χαρακτηριστικό του κορμοράνου είναι ο κίτρινος λαιμός του που διακρίνεται εύκολα. Τα νεαρά άτομα είναι γενικότερα πιο ανοιχτόχρωμα.

Ζει συνήθως κοντά στη θάλασσα, σε λιμνοθάλασσες, λίμνες και ποτάμια. Το χειμώνα αποδημεί προς το Νότο κατά μήκος των ακτών.

Στην Ελλάδα μπορούμε να τον συναντήσουμε το Χειμώνα καθώς έρχεται από την Βόρεια και Ανατολική Ευρώπη στην Ελλάδα, κυρίως στο Θερμαϊκό και Σαρωνικό κόλπο αλλά και σε ορισμένες λίμνες, όπως τη Μικρή Πρέσπα και την Κερκίνη. Συναντάται επίσης και στο Δέλτα του Αξιού. Συχνά τον βλέπουμε να κάθεται σε στήλους και βράχια κοντά στη θάλασσα ή σε λίμνες και ποτάμια με ανοιχτές τις φτερούγες για να τις στεγνώσει. Άριστος κολυμβητής και καλός ψαράς.
Φωλιάζει σε δέντρα και βράχια κοντά σε υγρότοπους, φτιάχνοντας τη φωλιά του από φύκια, αλλά μερικές φορές και στην ενδοχώρα. Γεννάει την άνοιξη 3-4 αβγά τα οποία κλωσσάνε και οι δύο γονείς επί 28 -31 μέρες.

Πηγή: Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια


ΦΑΛΑΡΙΔΑ (Fulica atra)

Η Φαλαρίδα( Fulica atra ), γνωστή και με άλλα ονόματα στην Ελλάδα όπως: αγριοπουλάδα, καρακούσι, λούφα, μαυρόκοτα, μαυροκοτί, μαυρόπουλο, μπάλιζα, μπάλιτζα, νερόκοτα, φαλαρίδα, φόλεγα ,είναι πτηνό μέλος της οικογένειας την Ραλλιδών (Rallidae).


Κατανομή
Η Φαλαρίδα αναπαράγεται σε μικρές και μεγάλες λίμνες ανανεώσιμων υδάτων. Εμφανίζεται και αναπαράγεται στην Ευρώπη, Αυστραλία και Αφρική. Το είδος έχει προσφάτως εξαπλωθεί και στη Νέα Ζηλανδία. Κατοικεί στα ηπιότερα κλίματα στις περιοχές όπου απαντάται, αλλά αποδημεί σε νοτιότερα και δυτικότερα μέρη της Ασίας το χειμώνα καθώς τα νερά παγώνουν

Περιγραφή
Η Φαλαρίδα έχει μήκος 36-42 cm, και είναι κυρίως μαύρη εκτός μίας μετωπιαίας λευκής ασπίδας. Τα μάτια της έχουν χαρακτηριστικό κόκκινο χρώμα. Ως κολυμβητικό είδος, η Φαλαρίδα διαθέτει μερική ενίσχυση στα μακριά δυνατά δάχτυλα των ποδιών.

Το ανήλικο είναι πιο ανοιχτόχρωμο από το ενήλικο, με υπόλευκο στήθος και δεν έχει την μετωπιαία ασπίδα. Το μαύρο φτέρωμα των ενήλικων αναπτύσσεται όταν είναι 3-4 μηνών, αλλά η ασπίδα εμφανίζεται στην πλήρη ανάπτυξη, μετά από έναν χρόνο ή και κάποιες φορές αργότερα.

Είναι θορυβώδες πτηνό με ευρύ ρεπερτόριο από ήχους παράγοντας τριξίματα ή κρώζοντας κυρίως τις νύχτες.



Συμπεριφορά
Η Φαλαρίδα δεν είναι τόσο κρυψίνους όσο τα υπόλοιπα πτηνά της οιογένειας των Ραλλιδών. Μπορεί να φανεί να κολυμπάει σε ανοιχτά νερά ή να περπατάει σε περιοχές με γρασίδι δίπλα σε νερά. Είναι επιθετικό είδος και ισχυρά διεκδικητικό ως προς την περιοχή κατά τη διάρκεια της περιόδου αναπαραγωγής του, καθώς και οι δύο γονείς συμμετέχουν στην άμυνα του χώρου τους. Κατά τη διάρκεια της μη αναπαραγωγής μπορεί να σχηματίσουν μεγάλα σμήνη, πιθανώς σχετιζόμενα με την την αποφυγή θηρευτών.

Είναι διστακτικό στην πτήση και συνήθως απογειώνεται κατά μήκος του νερού με παφλασμούς. Το ίδιο γίνεται και όταν δεν πετάει, όταν ταξιδεύει μικρές αποστάσεις με ταχύτητα σε εδαφικές διαμάχες. Όπως συμβαίνει με πολλά πτηνά της ίδιας οικογένειας, η αδύναμη πτήση του δεν εμπνέει αυτοπεποίθηση, αλλά στην αποδήμηση, κυρίως τις νύχτες, μπορεί να καλύψει πολύ μεγάλες αποστάσεις. Κουνάει το κεφάλι καθώς κολυμπά και κάνει μικρές βουτιές που ξεκινούν από μικρά άλματα.



Αναπαραγωγή
Το είδος χτίζει τη φωλιά του από ξερά καλάμια και χόρτα κοντά στις όχθες των νερών ή σε εμπόδια μέσα στο νερό που εξέχουν από αυτό. Γεννά έως και 10 αυγά, εντούτοις συνήθως μόνο 3 επιβιώνουν εξαιτίας της βίαιης συμπεριφοράς των γονέων.

Οι Φαλαρίδες μπορούν να είναι πολύ βίαιες στα μικρά τους όταν βρίσκονται υπό πίεση, όπως σε περιόδους έλλειψης φαγητού. Θα τσιμπούν με το ράμφος τους τα μικρά που ζητούν φαγητό, επαναλαμβανόμενα, μέχρι το μικρό να σταματήσει και να πεθάνει από την πείνα. Αν τα μικρά συνεχίσουν να ζητούν φαγητό, μπορεί να τα τσιμπήσουν τόσο δυνατά ώστε να τα σκοτώσουν.


Διατροφή
Η Φαλαρίδα είναι παμφάγο πτηνό και τρέφεται με ποικιλία τροφών όπως αυγά από άλλα πουλιά του νερού, καθώς και με φύκη, βλάστηση, σπόρους και φρούτα.Δείχνει μεγάλη διαφοροποίηση στις διατροφικές του τεχνικές βοσκώντας σε γη ή στο νερό. Στο νερό μπορεί να καταλήξει να τρέφεται όπως η αγριόπαπια ή να βουτά αναζητώντας φαγητό

Γιά να ακούσετε τόν ήχο της Φωνής της,πατήστεΕΔΩκαι εν συνεχεία στό Listen,πατήστε PLAY


ΣΦΥΡΙΚΤΑΡΙ (anas penelope)

Το χρώμα του κεφαλιού του είναι έντονα καστανοκόκκινο, στο αρσενικό το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αναγνώρισης στο νερό, είναι μια λωρίδα στο πάνω κεντρικό σημείο του κεφαλιού του που ξεκινάει από το ράμφος και έχει αρκετά μεγάλο πλάτος και χρώμα κίτρινο-πορτοκαλί. Το θηλυκό είναι ολόχρωμο καφέ.
Το Σφυρικτάρι είναι μια πάπια αρκετά μεγάλου μεγέθους. Ζεί σε λίμνες και ποτάμια, σε βαλτώδεις εκτάσεις και σε πλυμμυρισμένα χωράφια, ενώ δεν συμπαθεί το ορμητικά νερά. Φωλιάζει κοντά στο νερό σε πυκνή βλάστηση.

Ακούστε τόν ήχο της φωνής του,πατώνταςΕΔΩκαι εν συνεχεία στό Listen πατηστε το PLAY

RSS

Χορηγοί

ΠΟΙΟΤΙΚΕΣ ΕΚΤΥΠΩΣΕΙΣ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ ΠΟΥ ΑΠΟΣΤΕΛΛΟΥΜΕ ΣΕ
ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Τηλ. 2321085880
PhotoSTAR.gr


ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΦΟΥΡΝΟΣ

Γυναικεία - Ανδρικά Υποδήματα

tsoumpas.gr

Γενέθλια

© 2024   Created by G.D.Christoloukas.   Με την υποστήριξη του

Διακριτικά  |  Αναφορά προβλήματος  |  Όροι χρήσης